Ο όρχις βρίσκεται μέσα στο όσχεο (τη σακούλα δηλαδή που εμπεριέχει τους 2 όρχεις) και περιβάλλεται από μία ελάχιστη ποσότητα υγρού...
ΚΑΛΕΣΤΕ ΜΑΣ: 2310.227.145
Ο βουβωνικός πόρος είναι το φυσιολογικό ανατομικό άνοιγμα (οπή) του κοιλιακού τοιχώματος μέσο του οποίου κατά την εμβρυική ηλικία κατεβαίνει ο όρχις, στους άνδρες, από την κοιλιά στο όσχεο ενώ τις γυναίκες περνά ο στρογγύλος σύνδεσμος της μήτρας. Στους άντρες, των βουβωνικό πόρο διασχίζουν σημαντικά ανατομικά στοιχεία, όπως ο σπερματικός πόρος (που μεταφέρει τα σπερματοζωάρια), τα αγγεία και τα νεύρα του όρχι.
Ανατομικά ο βουβωνικός πόρος είναι ένας λοξός σωλήνας, μήκους 4cm περίπου στη βουβωνική χώρα εκατέρωθεν της ηβικής σύμφυσης. Έχει δύο στόμια (ανοίγματα), το έσω στόμιο που βρίσκεται μέσα στην κοιλιά και το έξω στόμιο πάνω από το ηβικό φύμα.
Λοξή βουβωνοκήλη, είναι η κήλη της οποίας το προβάλλων όργανο περνάει μέσα από το εσωτερικό στόμιο του βουβωνικού πόρου και ακολουθεί την πορεία του σπερματικού πόρου και των αγγείων του όρχι προς το όσχεο. Σε περίπτωση μεγάλης λοξής βουβωνοκήλης το προβάλλων όργανο κατέρχεται μέχρι το όσχεο, το οποίο και διατείνεται. Η κήλη αυτή, ονομάζεται τότε οσχεοκήλη. Όσχεο ονομάζεται ο ανατομικός σάκος μέσα στον οποίοι στον άνδρα βρίσκονται οι όρχεις. Οι λοξές βουβωνοκήλες είναι συχνότερες από της ευθείς βουβωνοκήλες και εμφανίζονται συνηθέστερα σε άνδρες νέας ηλικίας.
Ευθεία βουβωνοκήλη, είναι η κήλη της οποίας το προβάλλων όργανο δεν περνάει από το έσω στόμιο αλλά προβάλλει από το έδαφος (το τοίχωμα) του βουβωνικού καναλιού, από κάποιο ευένδοτο σημείο της εγκάρσιας περιτονίας που αποτελεί το τοίχωμα του σωλήνα. Η ευθεία είναι η συνηθέστερη βουβωνοκήλη στις γυναίκες, ενώ στους άνδρες εμφανίζεται συνηθέστερα σε άτομα μεγάλης ηλικίας. Η εμφάνιση ευθείας βουβωνοκήλης είναι ενδεικτική εξασθένισης του κοιλιακού τοιχώματος.
Η βουβωνοκήλη (ευθεία ή λοξή) είναι η συνηθέστερη κήλη του ανθρώπινου σώματος, και αποτελεί το 75% του συνολικού αριθμού των κηλών. Γενικά οι βουβωνοκήλες είναι συχνότερες στους άνδρες 80%, παρά στις γυναίκες 20%.
Το 50% των βουβωνοκηλών είναι λοξές βουβωνοκήλες αφορούν άνδρες νεαρής ηλικίας, συνήθως είναι ετερόπλευρες, ενώ είναι οι κήλες που παρουσιάζουν συχνότερα περίσφιξη του προβάλλοντος οργάνου (λεπτό έντερο). Οι ευθείς βουβωνοκήλες αποτελούν το 25% των βουβωνοκηλών, είναι συνήθως αμφοτερόπλευρες, ενώ σε αντίθεση με τις λοξές βουβωνοκήλες αφορούν άτομα μεγάλης ηλικίας και οφείλονται σε ατροφία των μυών του κοιλιακού τοιχώματος που παρατηρείται με τη πάροδο της ηλικίας.
Επιπλέον η λοξή βουβωνοκήλη είναι η συνηθέστερη συγγενής κήλη. Εμφανίζεται σε βρεφική ή παιδική ηλικία κατεξοχήν σε αγόρια και οφείλονται σε ατελή σύγκληση του ελυτροπεριτοναϊκού πόρου κατά την κάθοδο του όρχι από την κοιλιά στο όσχεο. Συνήθως θεραπεύονται από μόνες τους με ανάπτυξη συνδετικού ιστού και την επούλωση του σημείου προβολής. Σε λίγες περιπτώσεις, που δεν είναι επιτυχής η αυτόματη διόρθωση της κήλης, τα παιδιά αυτά θα πρέπει πρώιμα να υποβάλλονται σε χειρουργική επέμβαση αποκατάστασης της συγγενούς κήλης.
Η βουβωνοκήλη, όπως και οι περισσότερες κήλες, στην αρχή μπορεί να εμφανιστούν ως μια ανώδυνη διόγκωση του δέρματος της βουβωνικής περιοχής που εμφανίζεται κατά την σωματική δραστηριότητα (άσκηση, ανύψωση βάρους, βήχα κτλ ) και υποχωρεί με την κατάκλιση. Κάποιες φορές, μπορεί να εκδηλωθεί με αιφνίδιο οξύ πόνο στην βουβωνική χώρα, με αντανάκλαση προς το όσχεο, συνήθως μετά την ανύψωση βάρους ή έντονο βήχα ή οποιαδήποτε παρόμοια δραστηριότητα που προκαλεί απότομη αύξηση της ενδοκοιλιακής πίεσης. Στην αρχή τα ενοχλήματα είναι ήπια, όπως αίσθημα βάρους ή αμβλύ πόνο στο σημείο της κήλης, ιδίως μετά σωματική δραστηριότητα. Με την πάροδο το χρόνου η κήλη μεγαλώνει, το δέρμα προβάλει περισσότερο ενώ ο πόνος γίνετε εντονότερος, οξύς και εμφανίζεται συχνότερα. Ο ασθενής γνωρίζοντας ότι θα πονέσει αποφεύγει κάθε σωματική δραστηριότητα που αυξάνει την πίεση της κοιλιάς του και πολύ συχνά κρατάει με το χέρι του το σημείο της κήλης για να μειώσει τον επικείμενο πόνο.
Σταδιακά η κήλη μεγαλώνει όλο και περισσότερο, ενώ η ανάταξη της γίνεται δυσκολότερη και τέλος καταλήγει σε μια μόνιμη διόγκωση, είτε του δέρματος της βουβωνικής περιοχής (στην περίπτωση της ευθείας βουβωνοκήλης), είτε του οσχέου (στην περίπτωση της λοξής βουβωνοκήλης). Η μεγάλη διόγκωση του οσχέου είναι χαρακτηριστικό της λοξής βουβωνοκήλη και οφείλεται στη πρόπτωση ενδοκοιλιακού οργάνου, συνήθως λεπτού εντέρου, που περνάει μέσα από τον βουβωνικό πόρο, ακλουθώντας την πορεία του όρχι, και φτάνει εντός του οσχέου. Οι κήλες αυτές ονομάζονται οσχεοκήλες και συνήθως περιέχουν έλικες λεπτού εντέρου.